Listen Live:

Visitor Number:

Τρίτη 15 Ιουνίου 2010

Η Σάτιρα, ο Γιούρκας και το Μουντιάλ

Μια φορά κι έναν καιρό στα χώματα αυτής της τιμημένης χερσονήσου περπάτησε ένας μυστήριος τύπος ονόματι Αριστοφάνης. Ο συγκεκριμένος άνθρωπος, μπουχτισμένος απ’ την σοβαροφάνεια της τότε καθημερινότητας, έβαλε σκοπό στη ζωή του να εντάξει στη ζωή των συνανθρώπων του το γέλιο μέσω μιας θεατρικής διαδικασίας που ονομάστηκε σάτιρα και επικεντρωνόταν κυρίως στη διακωμώδηση προσώπων και καταστάσεων της επικαιρότητας. Και για κακή μας τύχη, όχι μόνο τα κατάφερε, αλλά φόρτωσε και σε ορισμένους μακρινούς απογόνους του το ειδικό βάρος της συνέχισης της ελληνικής σάτιρας.
Πριν γράψω πράγματα για τα οποία θα λιθοβοληθώ δημοσίως να διευκρινίσω ότι πιστεύω ότι οι περισσότεροι απ’ τους φερόμενους σύγχρονους Αριστοφάνηδες είναι άνθρωποι με ταλέντο και, το κυριότερο, κάνουν τον κόσμο να γελάει. Ωστόσο το αν αυτό που κάνουν λέγεται σάτιρα χωράει μεγάλη κουβέντα. Γιατί, αν κι η πρωτεύουσα αποστολή κρίνεται επιτυχής ( ο κόσμος ξεκαρδίζεται ), στους περισσότεροι παρατηρούνται ορισμένα βασικά λάθη.
Πρώτο λάθος είναι το ότι η σάτιρα έχει έναν μικρό αδερφό, που ονομάζεται αυτοσαρκασμός. Χωρίς αυτόν, η σάτιρα χάνει όχι μόνο την αξία της, αλλά κυρίως το κύρος της και την εκπομπή διάθεσης για προβληματισμό. Δεν ξέρω τι έκανε ο Αριστοφάνης, καθώς η μόνη επαφή που έχω με τα έργα του είναι φτηνές παραγωγές – διασκευές που γίνονται απ’ τους σύγχρονους, αλλά όσο να’ ναι, μια διάθεση αυτοκριτικής την είχε ( βλέπε Βάτραχοι ), κι αν ακόμη δεν την είχε, ανταπόδιδε οποιοδήποτε σχόλιο ή κριτική του γινόταν με ένα σατυρικό αστείο. Οι σύγχρονοι ανταλλάσσουν μηνύσεις με την ταχύτητα φωτός και η διάθεση για πλάκα είναι μηδαμινή. Κι εδώ μπαίνει στο ματς το δεύτερο λάθος: Η διάθεση για πλάκα ίσως να υπήρχε αν οι Αριστοφάνηδες δεν μπέρδευαν τη σάτιρα με την πολιτική. Γιατί όταν σταματάει ο χαβαλές κι ο κάθε Λάκης μιλάει ένα μισάωρο για το τι πιστεύει ο ίδιος ότι είναι σωστό και τι λάθος δεν υπηρετεί καμία σατυρική ή θεατρική τέχνη. Ο ίδιος ο Αριστοφάνης μέσα απ’ τα έργα του είχε υποστηρίξει δικές του θέσει και απόψεις ( στους Βατράχους που προανέφερα το πολιτικό του μήνυμα θεωρείται ότι είναι η προτροπή για επιστροφή στην ολιγαρχία ) αλλά δεν έβγαινε ο ίδιος στο τέλος των παραστάσεων του να κάνει τον τελάλη και να υποστηρίξει τις θέσεις του, παρά το έκανε με έναν τρόπο που αρμόζει σε έναν σατυρικό κειμενογράφο, μέσα απ’ το νόημα του έργου του, έτσι ακριβώς όπως δεκάδες καλλιτέχνες το έκαναν κατά την περίοδο της δικτατορίας. Προσκαλώντας δηλαδή το κοινό να στύψει το μυαλό του και να προβληματιστεί. Κι ακόμα κι αν συμφωνώ στο 99% των απόψεων όλων αυτών, δεν μπορώ παρά να μη συμφωνήσω πως αυτό που κάνουν είναι ένας πολιτικός προσηλυτισμός πάτημα του οποίου είναι η μεγάλη δημοτικότητα τους. Έτσι ξεκίνησε κι ένας γερμανός με περίεργο μουστάκι όμως…
Α, και να μην το ξεχάσω. Όταν κάνεις σάτιρα, κάνεις σάτιρα. Μπορεί να έχουν γίνει κοσμοϊστορικά γεγονότα, όμως ο μεροκαματιάρης που γυρίζει βράδυ σπίτι του κι ανοίγει την τηλεόραση, θέλει να γελάσει λίγο το χειλάκι του με τα αστεία σου, κι όχι να δει ένα καλοστημένο μνημόσυνο ή να ακούσει τους προβληματισμούς σου. Όσο σκληρό κι αν ακούγεται είναι η αλήθεια.


***


Στο προηγούμενο άρθρο άφησα αδικαιολόγητο το μένος μου για το Γιούρκα, πράγμα που δε μου έκατσε καλά κι ευθύς αμέσως θα επανορθώσω: Δεν μπορώ να συμπαθήσω έναν παίχτη με την κακή νοοτροπία ενός «βολεμένου» έλληνα δημοσίου υπαλλήλου. Βρίσκεις ομάδα με μέσο, παίρνεις πρωτάθλημα με μέσο, παίζεις στην εθνική με μέσο, και παρόλα αυτά δεν κουνάς λίγο τα πόδια σου να αποδείξεις στον Πιλάβιο ότι δικαίως σε εμπιστεύτηκε, αλλά πας Πορτ Ελίζαμπεθ για διακοπούλες. Κι άλλοι απομυζούν την επιτυχία του 2004 ( αρχίζει από Χ- και τελειώνει σε -αριστέας ), αλλά τουλάχιστον κλοτσάνε λίγο την μπάλα για τα μάτια του κόσμου…


***


Σε γενικές γραμμές πάντως το μουντιάλ δεν ξεκίνησε έτσι όπως το περιμέναμε. Λίγα γκολ και φτωχό θέαμα, αν κι αρχή είναι ακόμα και το θέαμα ίσως μας ανταμείψει στη συνέχεια. Η ελεύθερη πτώση του θεάματος είναι κάτι που παρατηρείται βέβαια οικουμενικά στο άθλημα τα τελευταία χρόνια κυρίως λόγω των μεγάλων χρηματικών ποσών που δαπανούνται στη βιομηχανία του ποδοσφαίρου. Λίγο αυτό ( οι Γερμανοί για παράδειγμα θα πάρουν έκαστος από 250.000 ευρώ αν κατακτήσουν το τρόπαιο, τη στιγμή που οι αντίστοιχοι ομοεθνείς τους νικητές του 1990 πήραν 64.100 ), λίγο κι ότι οι σύγχρονοι ποδοσφαιριστές είναι «τέρατα» φυσικής κατάστασης και αθλητικών προσόντων, κι η δουλειά δεν αργεί να γίνει. Λύσεις υπάρχουν, αλλά φυσικά πολύ ριζοσπαστικές. Μια καλή πρόταση για να ανοίξουν οι άμυνες και να σημειώνονται πιο πολλά γκολ, που δε μελετείται καν ωστόσο, είναι η μείωση των παικτών της κάθε ομάδας σε 10. Όπως επίσης κι εφαρμογή του κανονισμού του offside πλέον μόνο απ’ τη στιγμή που ο επιθετικός θα «πατάει» την αντίπαλη μεγάλη περιοχή. Αρκετά ενδιαφέρουσες απόψεις κι οι δύο, και μάλιστα απόψεις που αλλοιώνουν τη φιλοσοφία του αθλήματος, αλλά απ’ το να πονάνε τα μάτια μας…




Κος Γουρούνης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου